Αν και είχε προσελκύσει κεφάλαια 12 δισ. για επενδύσεις, παρά τις συνεχείς προσπάθειες να κρατηθεί σε λειτουργία, η σουηδική Northvolt, η μεγάλη ελπίδα της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας για την υλοποίηση ενός βιώσιμου gigafactory για μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων, ανακοίνωσε πριν από λίγο ότι υπέβαλε αίτηση πτώχευσης στη Σουηδία.
Με αυτό τον τρόπο επισφραγίζεται η πτώση μιας εταιρείας που έμελλε να ανταγωνιστεί τη βιομηχανία που κυριαρχείται από την Κίνα.
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα άσχημο τέλος για μια εταιρεία που προσέλκυσε περίπου 12 δισ. ευρώ εταιρικών και κρατικών επενδύσεων για την ανάπτυξη τεχνολογίας για ηλεκτρικά οχήματα, τομέα στον οποίο η Ευρώπη προσπαθεί ασμένως να φτάσει στο ίδιο επίπεδο σε σχέση με ασιατικές χώρες όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα.
Στην ανακοίνωση της εταιρείας αναφέρονται επί λέξει, τα εξής: «Όπως πολλές εταιρείες στον τομέα των μπαταριών, η Northvolt αντιμετώπισε τους τελευταίους μήνες μια σειρά από επιδεινούμενες προκλήσεις που υπονόμευσαν την οικονομική της θέση, όπως η αύξηση του κόστους κεφαλαίου, η γεωπολιτική αστάθεια, οι επακόλουθες διαταραχές της αλυσίδας εφοδιασμού και οι αλλαγές στη ζήτηση της αγοράς. Περαιτέρω, σε αυτό το πλαίσιο, η εταιρεία αντιμετώπισε σημαντικές εσωτερικές προκλήσεις κατά την επανεκκίνηση της παραγωγής της, τόσο με τρόπους που αναμένονταν από την εμπλοκή της σε έναν εξαιρετικά περίπλοκο κλάδο, όσο και με άλλους που δεν είχαν προβλεφθεί».
Άγονες διαπραγματεύσεις και κακοδιαχείριση
Όπως είχαμε αναφέρει πρόσφατα στο T&T, η Northvolt είχε ήδη ξεμείνει από ρευστό –είχε υποβάλλει αίτηση πτώχευσης στις ΗΠΑ τον περασμένο Νοέμβριο. Παράλληλα, είχε επιδοθεί σε αγώνα δρόμου για να βρει νέες πηγές ρευστότητας και επενδυτές. Συγκεκριμένα, είχε αποταθεί σε πάνω από 100 υποψήφιους εταίρους για να βρεθούν 1 δισ. δολάρια για να διασφαλίσει το μέλλον του μοναδικού υφιστάμενου εργοστασίου μπαταριών της στο Skellefteå, ακριβώς κάτω από τον Αρκτικό Κύκλο.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ των Financial Times, ο όμιλος - με επικεφαλής δύο πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Tesla - είχε προσπαθήσει να ανοίξει έως και έξι εργοστάσια ταυτόχρονα. Δέκα εργαζόμενοι δήλωσαν (ανώνυμα) στην εφημερίδα ότι υπήρχαν προβλήματα με την κακή διαχείριση, τα πρότυπα ασφαλείας και την υπερβολική εξάρτηση από κινεζικά μηχανήματα.
Μετά την ίδρυσή της το 2016, η Northvolt έγινε γρήγορα η καλύτερα χρηματοδοτούμενη νεοφυής επιχείρηση της Ευρώπης, κερδίζοντας την προσοχή κορυφαίων κυβερνητικών αξιωματούχων στη Γερμανία, τον Καναδά, τη Σουηδία και τις Βρυξέλλες. Αλλά η σουηδική κυβέρνηση, σε αντίθεση με εκείνες του Καναδά και της Γερμανίας, αρνήθηκε να προσφέρει σημαντικές επιδοτήσεις στον όμιλο και πέρυσι, οι επενδυτές αποχώρησαν από έναν γύρο χρηματοδότησης την τελευταία στιγμή. Τα (σχεδιαζόμενα) εργοστάσιά της στον Καναδά και τη Γερμανία δεν αποτελούν μέρος της πτώχευσης.
Η βοήθεια από τη Scania δεν ήταν αρκετή
Η Scania ήταν ο κύριος πελάτης της Northvolt, και παρείχε στην εταιρεία νέα κεφάλαια τον Νοέμβριο του 2024, ενώ αγόρασε την επιχείρηση βιομηχανικών συστημάτων μπαταριών της. Η εταιρεία δήλωσε ότι πρόσφατα εξασφάλισε προμήθειες από άλλους κατασκευαστές μπαταριών. Στον αντίποδα, οι κινεζικοί κατασκευαστές μπαταριών έχουν ήδη ισχυρή παρουσία στην Ευρώπη: Η CATL, ο μεγαλύτερος κατασκευαστής στον κόσμο, ετοιμάζει νέα εργοστάσια στη Γερμανία, την Ουγγαρία και την Ισπανία, το τελευταίο ως κοινοπραξία με τη Stellantis. Η Vοlkswagen (στην οποία ανήκει η Scania) έχει συνεργαστεί με μια άλλη κινεζική εταιρεία, την Gotion.
Υπάρχουν και άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες που αναπτύσσουν μπαταρίες EV, αλλά βρίσκονται σε προγενέστερο στάδιο ανάπτυξης από τη Northvolt, και καμία τους δεν είναι έτοιμη για παρόμοιας κλίμακας μαζική παραγωγή. Υπήρξαν επίσης και άλλες «τρανταχτές» αποτυχίες, όπως η νορβηγική Freyr, η οποία εγκατέλειψε τα σχέδιά της για την παραγωγή μπαταριών, για να γίνει αντ' αυτού εταιρεία που ασχολείται με συστήματα εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας.
*με πληροφορίες από Financial Times