Τροχοί & TIR

ΣΑΤΑ: Επιστολή προς τον Πρωθυπουργό

Ζητούν την παραμονή του συντελεστή ΦΠΑ στο 13% για τις υπηρεσίες που παρέχει το ταξί (η παράταση λήγει στις 30 Ιουνίου 2024).
Πέμπτη 13/06/2024 - 16:36
Κοινοποίηση στα Social Media
φωτό: ΣΑΤΑ
φωτό: ΣΑΤΑ

Η ελεύθερη διέλευση στις λεωφορειολωρίδες για τα έμφορτα ταξί, η αδικία της σταθερής τιμής από και προς το Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, το νέο σύστημα φορολόγησης των αυτοκινητιστών ταξί είναι, μεταξύ άλλων, τα ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο του Ταξί και για τα οποία «μέχρι σήμερα δεν έχουν καμιά ενημέρωση για τις προθέσεις της κυβέρνησης».

Ο ΣΑΤΑ, με επιστολή του προς τον Πρωθυπουργό, εξέφρασε τους προβληματισμούς χιλιάδων επαγγελματιών, στην οποία αναφέρονται τα εξής:

«Αξιότιμε κύριε Πρωθυπουργέ,

Η παρούσα επιστολή έχει ως στόχο να σας εκθέσει την πραγματικότητα που βιώνουν χιλιάδες επαγγελματίες αυτοκινητιστές ταξί στην Αθήνα. Απευθυνόμαστε σε σας, γιατί τα αρμόδια υπουργεία (Μεταφορών, Οικονομικών) με τις πολιτικές που εφαρμόζουν για τον κλάδο μας, μας οδηγούν σε οικονομική εξαθλίωση και σε επαγγελματικό αδιέξοδο.

Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Μεταφορών (Χριστίνα Αλεξοπούλου, Ιωάννης Ξιφαράς) δεν έδειξε καμία διάθεση ούτε καν να συζητήσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ταξιτζήδες της Αθήνας. Εδώ και μήνες δήλωσε δημόσια ότι υπάρχει ένα σχέδιο για το ταξί, για το οποίο όμως δεν έχουμε την παραμικρή πληροφόρηση. Συζητά όμως τις λεπτομέρειες αυτού του σχεδίου με τους ανταγωνιστές του ταξί (Uber, ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα με οδηγό, κ.λπ.).

Ρωτήσαμε την κα Αλεξοπούλου γιατί δεν νομοθετείται η ελεύθερη διέλευση στις λεωφορειολωρίδες για τα έμφορτα ταξί; Είναι προς το συμφέρον του επιβατικού κοινού η ταχύτερη και πιο οικονομική μετακίνηση του. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τα ταξί έχουν ελεύθερη διέλευση στις λεωφορειολωρίδες. Απάντηση δεν πήραμε ποτέ.

Ζητήσαμε από την υφυπουργό Μεταφορών να αποκατασταθεί η αδικία της σταθερής τιμής από και προς το Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, αλλά πέρασαν δύο χρόνια και ακόμη περιμένουμε.

Ζητήσαμε ξεκάθαρο και χωρίς γκρίζες ζώνες διαχωρισμό των υπηρεσιών που παρέχει το Ταξί, από αυτές που παρέχει το ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο με οδηγό. Ούτε οι υπηρεσίες του υπουργείου γνωρίζουν, πόσα ιδιωτικά αυτοκίνητα κάνουν αστική μεταφορά στην Αθήνα. Ο αριθμός είναι μεγαλύτερος από αυτόν των ταξί, με αποτέλεσμα να κανιβαλίζεται μια επαγγελματική ομάδα υπό την ανοχή ή την αδράνεια του υπουργείου.

Το νέο σύστημα φορολόγησης των αυτοκινητιστών ταξί είναι άδικο και παράλογο. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην οποία δεν προβλέπεται αφορολόγητο όριο για τους ταξιτζήδες. Αναφέρουμε επίσης την τριετία που ανεβάζει φορολογική κλίμακα έναν αυτοκινητιστή. Είναι γνωστό σε όλους, πόσο μάλλον στον κ. Χατζηδάκη, που έχει διατελέσει υπουργός Μεταφορών, ότι ο ταξιτζής δεν μπορεί να δημιουργήσει πελατεία, ούτε να προβεί σε εκπτώσεις και προσφορές για την υπηρεσία που παρέχει. Το κόμιστρο είναι ενιαίο για όλους και προκύπτει από Προεδρικό Διάταγμα του κράτους και όχι από ελεύθερη επιλογή των επαγγελματιών. Καταλαβαίνει λοιπόν κάποιος ότι αυτό το μέτρο έχει μόνο εισπρακτικό χαρακτήρα και δεν απαντά με κανέναν τρόπο στη φοροδιαφυγή. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες φέτος θα καταβάλλουν φόρους αξίας 600 εκ. ευρώ, την ίδια ώρα που η χώρα μας χάνει περίπου 10 δις ευρώ από τη μη φορολόγηση των πολυεθνικών.

Έχουμε ζητήσει από το Υπουργείο Οικονομικών την παραμονή του συντελεστή ΦΠΑ στο 13% για τις υπηρεσίες που παρέχει το ταξί (η παράταση λήγει στις 30 Ιουνίου 2024). Μέχρι και σήμερα δεν έχουμε καμιά ενημέρωση για τις προθέσεις της κυβέρνησης. Να υπενθυμίσουμε ότι σε όλες τις επιβατικές μεταφορές ο συντελεστής ΦΠΑ είναι στο 13%.

Κύριε Πρωθυπουργέ,

Φωνή λαού, οργή θεού.

Το ταξί είναι μια υπηρεσία δημόσιου χαρακτήρα. Παρόλα αυτά πλήττεται –με την ανοχή της κυβέρνησης- από τον αθέμιτο ανταγωνισμό των Ε.Ι.Χ και των εφαρμογών των πολυεθνικών εταιρειών. Με τις πολιτικές που ασκεί η κυβέρνησή σας, είναι βέβαιο ότι αυτός ο κλάδος αργοσβήνει. Σας μεταφέρουμε την αγωνία και τον προβληματισμό χιλιάδων επαγγελματιών και ζητάμε άμεσες λύσεις για να εξασφαλιστεί η συνέχεια αυτού του επαγγέλματος. Τόσο ο κ. Χατζηδάκης όσο και η κα Αλεξοπούλου έδειξαν τις προθέσεις τους και με τις αποφάσεις ή τις παραλείψεις τους έπληξαν όχι μόνο τον κλάδο μας, αλλά και την αξιοπιστία και το κύρος της κυβέρνησης».

PreviousNext