Με σημερινή (27/08/21) εγκύκλιό του, το υπ. Εργασίας διευκρινίζει ορισμένες διατάξεις του Νόμου 4808/2021 για την Προστασία της Εργασίας, όπως εξασφάλιση ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας κατά τη διάρκεια απεργιών σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, στην απαγόρευση πραγματοποίησης απεργιών που έχουν κηρυχθεί παράνομες από τα δικαστήρια, στην αστική ευθύνη συνδικαλιστών που ασκούν βία σε όσους επιθυμούν να εργαστούν, καθώς και στις υποχρεώσεις γνωστοποίησης της απεργίας και διεξαγωγής δημόσιου διαλόγου.
Ειδικότερα, το «προσωπικό ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας» εφαρμόζεται σε 9 Κλάδους, μεταξύ των οποίων ο Κλάδος μεταφοράς προσώπων και αγαθών από την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα, καθώς και ο Κλάδος φορτοεκφόρτωσης και αποθήκευσης εμπορευμάτων στα λιμάνια.
Οι άλλοι Κλάδοι είναι η παροχή υγειονομικών υπηρεσιών από νοσηλευτικά εν γένει ιδρύματα, η διύλιση και διανομή ύδατος, η παραγωγή και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος ή καύσιμου αερίου, η παραγωγή ή διύλιση ακάθαρτου πετρελαίου, οι τηλεπικοινωνίες και τα ταχυδρομεία, η αποχέτευση και απαγωγή ακάθαρτων υδάτων και λυμάτων και η αποκομιδή και εναπόθεση απορριμμάτων και οι Κλάδοι υπηρεσιών που απασχολούνται με την εκκαθάριση και πληρωμή των μισθών του προσωπικού, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος, η Πολιτική Αεροπορία κ.α.
Δικαίωμα στην Εργασία
Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο, η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας. Σε περίπτωση παραβίασης αυτής της υποχρέωσης, η απεργία μπορεί να διακοπεί με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου. Για την κήρυξη νέας απεργίας απαιτείται η τήρηση όλων των διατυπώσεων που προβλέπει η νομοθεσία. Υπαίτια παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης γεννά αστική ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης και των υπαίτιων μελών του διοικητικού της συμβουλίου. Δεν επιτρέπεται η κήρυξη απεργίας κατά του ίδιου εργοδότη και την ίδια ημερομηνία από δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση, εφόσον η απεργία που κήρυξε η πρωτοβάθμια οργάνωση έχει κριθεί παράνομη.