Η διοίκηση του Σωματείου Εργαζομένων στην Επιχείρηση ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης Α.Ε., βρέθηκε στην Αθήνα στο πλαίσιο συναντήσεων με τα αρμόδια υπουργεία και με εκπροσώπους των κοινοβουλευτικών ομάδων των κομμάτων, όπου ενημέρωσε εγγράφως τους αρμόδιους για τα μείζονα θέματα που επηρεάζουν τη λειτουργία της αστικής συγκοινωνίας της Θεσσαλονίκης, στο κομμάτι στο οποίο εμπλέκεται η ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης Α.Ε.
Συγκεκριμένα ανά Υπουργείο, έγιναν οι εξής ενημερώσεις:
1) Υπουργείο μεταφορών
Έγινε εκτενής αναφορά στα θέματα ασφάλειας και υγιεινής, για τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιούνται σε πολλές περιπτώσεις τα δρομολόγια και για την ευθύνη που μπορεί να επωμιστούν οι οδηγοί, σε περίπτωση ατυχήματος και πολύ χειρότερα, σε περίπτωση δυστυχήματος. Το αίτημά τους για κατανομή των ευθυνών στους κατά περίπτωση υπεύθυνους βρήκε ανταπόκριση και η άποψη του υπουργείου είναι ξεκάθαρα υποστηρικτική, υπέρ της κρίσης του οδηγού, στη βάση της οποίας δικαιολογείται να αρνηθεί την εκτέλεση ή τη συνέχιση του δρομολογίου, όταν συντρέχουν λόγοι ασφάλειας.
2) Υπουργείο εργασίας
Έγινε εκτενής αναφορά στα εργασιακά θέματα, με κυριότερο αυτό του χαρακτηρισμού των ατομικών συμβάσεων εργασίας ως ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ χρόνου, τις οποίες ακόμη και τώρα αναγκάζονται να υπογράψουν οι εργαζόμενοι στην ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης Α.Ε., πάρα την έκδοση της πρωτόδικης με αριθμό 7459/14-4-2025 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία αποφάνθηκε περί του χαρακτηρισμού τους ως ΑΟΡΙΣΤΟΥ. Ενημερώσαμε επίσης για τους καταχρηστικούς όρους που
περιλαμβάνονται στις συμβάσεις εργασίας, οι οποίοι σχετίζονται με τις αμοιβές των υπερωριών, των εργασιών σε νυχτερινή βάρδια και ημέρες αργίας κλπ.
Η απάντηση του υπουργείου για τα παραπάνω, ήταν η προτροπή για προσφυγή στα αρμόδια όργανα της πολιτείας, Επιθεώρηση Εργασίας και αν κριθεί αναγκαίο η δικαστική επίλυση της διαφοράς, καθώς το νομικό πλαίσιο είναι υπαρκτό και δικαιώνει τις θέσεις των εργαζομένων. Η διαδικασία είναι συγκεκριμένη και προτάθηκε στο Σωματείο να την ακολουθούν, κάθε φορά που τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης των δικαιωμάτων τους, τα οποία προβλέπονται και προστατεύονται, από την κείμενη νομοθεσία.