Πρώτη η Γερμανία έρχεται να αντιμετωπίσει στην πράξη το πρόβλημα των φορτηγών με ξένες πινακίδες που δραστηριοποιούνται εντός γερμανικού εδάφους, την ίδια στιγμή που η Επιτροπή Μεταφορών της ΕΕ αποφάσισε να εισηγηθεί μέτρα προς άμεση ψήφιση στο Ευρωκοινοβούλιο με σκοπό «να σταματήσουν οι γνωστές πρακτικές που υπονομεύουν τον υγιή ανταγωνισμό στον κλάδο των οδικών μεταφορών», όπως ανέφερε μέλος της Επιτροπής και πρόσθεσε ότι ένα από τα μέτρα που εξετάζονται είναι « η εξάλειψη των φαινομένων του εργασιακού ντάπινγκ μεταξύ μεταφορικών επιχειρήσεων με τον ορισμό κατώτατου μισθού σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο οποίος θα είναι εγγυημένος για όλους τους επαγγελματίες οδηγούς φορτηγών χωρών της ΕΕ».
Πρόκανε η Γερμανία
Γρηγορότερα, ωστόσο κινήθηκε η Γερμανία, η οποία αποφάσισε και έθεσε άμεσα σε εφαρμογή διάταξη για την αντιμετώπιση του προβλήματος των φορτηγών από Πολωνία, Τσεχία, Σλοβενία, Σλοβακία, Ουγγαρία κ.α. τα οποία φορτηγά σαρώνουν το μεταφορικό έργο της Γερμανίας, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις των γερμανικών μεταφορικών εταιρειών. Το μέτρο που ακολουθεί, ισχύει φυσικά για όλα τα ξένα φορτηγά που εισέρχονται στη Γερμανία περιλαμβανομένων και των ελληνικών. ΄Αμεσα κινητοποιήθηκε και η Ο.Φ.Α.Ε. η οποία ζήτησε και έλαβε πληρέστερη ενημέρωση από τις γερμανικές αρχές, δεδομένου – επαναλαμβάνουμε – ότι η σχετική διάταξη ισχύει στη Γερμανία από την αρχή του έτους. Σύμφωνα λοιπόν με την ενημέρωση της Ο.Φ.Α.Ε. ισχύουν τα εξής:
Αρχικά, η μεταφορική πρέπει να αποστείλει με φαξ προς τη Bundesfinanzdirektion West Worthstra.e 1-3, 50668 Koln Fax: + 0049 (0) 221/964870 και στη γερμανική γλώσσα μια φόρμα στην οποία να αναφέρονται τα στοιχεία του ή των οδηγών που πρόκειται να πραγματοποιήσουν μεταφορά μέσα στο γερμανικό έδαφος.
Για τυχόν απορίες υπάρχουν τα εξής στοιχεία τηλ: 0221 222553092 και Fax: 0221 22255-3981 E-Mail: bewerbungsanfragen. bfd-west@zoll.bund.de
Στη φόρμα λοιπόν, πρέπει να αναφέρεται:
• το όνομα και το επώνυμο του κάθε οδηγού
• O χρόνος έναρξης και η αναμενόμενη διάρκεια της μεταφοράς στο γερμανικό έδαφος
• Διεύθυνση όπου τηρούνται τα έγγραφα
• Μια βεβαίωση που πιστοποιεί ότι, κατόπιν αιτήσεως, οι εργοδότες θα προσκομίσουν την απόδειξη ότι ο κατώτατος μισθός καταβλήθηκε στον οδηγό.
Ο υπεύθυνος της Μεταφορικής μπορεί επίσης να συμπεριλάβει και όλες τις μεταφορές που είναι προγραμματισμένες για μια περίοδο έως και 6 μήνες, ασχέτως εάν θα ολοκληρωθούν πλήρως ή μερικώς εντός αυτού του χρονικού διαστήματος. Μπορεί δηλαδή να κάνει μια λίστα με ονόματα όλων των οδηγών που απασχολεί για παράδειγμα από την 01-01-2015 μέχρι την 30-062015 και όλες οι μεταφορές μεταξύ των ημερομηνιών αυτών θα έχουν καλυφθεί.
Τη φόρμα θα πρέπει να τη στείλει πριν ο οδηγός φτάσει στο γερμανικό έδαφος ή ακόμη και την ίδια ημέρα πριν από την είσοδο στη Γερμανία. Τροποποιήσεις στις προγραμματισμένες μεταφορικές εργασίες που έχουν δηλωθεί δεν είναι απαραίτητο να κοινοποιούνται στις γερμανικές τελωνειακές αρχές, εφόσον έχει υποβληθεί η αρχική ενημέρωση.
Η ακολουθητέα διαδικασία
Εάν ένας οδηγός που απασχολείται σε μη γερμανική εταιρία, εισέλθει στη Γερμανία δικαιούται τον κατώτατο μικτό μισθό των 8,50 ευρώ ανά ώρα, σύμφωνα με την γερμανική τους νομοθεσία, για το χρονικό διάστημα που εκτελεί εργασία εντός του γερμανικού εδάφους.
Ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να καταγράψει την έναρξη, τη διάρκεια και τη λήξη των ωρών εργασίας που εκτελέστηκαν στη Γερμανία το αργότερο 7 ημέρες αφού ολοκληρωθεί η συγκεκριμένη εργασία και να τηρεί τα αρχεία αυτά για 2 έτη.
Η καταγραφή μπορεί επίσης να γίνεται και από τους ίδιους τους οδηγούς. Προτείνεται από την αρμόδια γερμανική αρχή, ο εργοδότης να δώσει σε κάθε οδηγό από ένα φύλλο με ένα πίνακα που θα συμπεριλαμβάνει τα εξής στοιχεία: • Ημερομηνία • Όνομα οδηγού • Σύνολο ωρών εργασίας στην Γερμανία
Πρόκειται για μια απλή καταγραφή, την οποία μπορούν να συμπληρώνουν οι οδηγοί ενώ βρίσκονται σε δρομολόγιο. Εναλλακτικά, μπορεί να τηρείται μια ηλεκτρονική λίστα στον υπολογιστή της μεταφορικής που θα περιλαμβάνει για κάθε οδηγό των συνολικό αριθμό ωρών εργασίας ανά ημέρα.
Τα αρχεία αυτά πρέπει να διατηρούνται για 2 έτη. Δεν χρειάζεται να κατατεθούν στην παραπάνω αρμόδια υπηρεσία της Κολωνίας, εκτός κι αν αυτά ζητηθούν (π.χ. εάν υπάρξει τελωνειακός έλεγχος και χρειαστούν επιπλέον πληροφορίες). Τα έγγραφα που αφορούν τις ώρες εργασίας, τον καταβεβλημένο μισθό κλπ., μπορούν να τηρούνται στα γραφεία του υπεύθυνου της μεταφορικής. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει ο υπεύθυνος να υπογράφει, βεβαιώνοντας έτσι με την υπογραφή του, ότι θα παράσχει τα απαραίτητα έγγραφα στην γερμανική γλώσσα, εάν αυτό ζητηθεί από τις Γερμανικές Τελωνειακές Αρχές.
Για τον υπολογισμό της αμοιβής του οδηγού λαμβάνεται υπόψη το ποσό των 8,5 ευρώ/ώρα. Δηλαδή από το μισθό που ο οδηγός λαμβάνει στη χώρα του, αφαιρούνται οι ώρες δουλειάς στη Γερμανία και κατόπιν αυτές οι ώρες προστίθενται με την αναλογία μια ώρα εργασίας προς 8,5 ευρώ.
Αν για παράδειγμα ένας οδηγός με μισθό για τις 160 ώρες που δουλεύει το μήνα στην Ελλάδα αμείβεται με 800 ευρώ, και έχει δουλέψει 40 ώρες στη Γερμανία, τότε έχουμε:
Αξία ελληνικής εργατοώρας 800: 160 είναι 5 ευρώ.
Αφαιρούμε 40 ώρες 5 ευρώ δηλαδή 200 ευρώ και στα 600 ευρώ που απομένουν προσθέτουμε τη «γερμανική» αμοιβή που είναι 40Χ8,5 ευρώ, δηλαδή 340 ευρώ. Άρα ο οδηγός θα πρέπει να λάβει 600+340 ευρώ, σύνολο 940 ευρώ.
Αυτό το λογαριασμό θα πρέπει να τηρεί ο εργοδότης του οδηγού για να τον επιδείξει, όταν του ζητηθεί, στην αρμόδια αρχή της Γερμανίας που είναι η Υπηρεσία των Γερμανικών Τελωνείων.
Βέβαια, στο παραπάνω παράδειγμά μας, αν αποτυπώσουμε μισθό Βουλγαρίας, ας πούμε 260 ευρώ το μήνα (ή 160 ώρες), τότε το σκεπτικό του Γερμανού αποκτά ενδιαφέρον, γιατί για τον Βούλγαρο εργοδότη του οδηγού, η επιβάρυνση για τις 40 γερμανικές ώρες είναι τεράστια, αφού θα πρέπει να καταβάλλει γι αυτές 340 ευρώ και για τις βουλγάρικες ώρες (120) να καταβάλλει 195 ευρώ. ΄Ετσι, ο Βούλγαρος εργοδότης αντί των 260 ευρώ θα πρέπει να καταβάλλει 535 ευρώ στον οδηγό του, δηλαδή για 40 ώρες στη Γερμανία διπλασιάζεται ο μισθός του.
Αυτοαπασχολούμενοι Οδηγοί και Οδηγοί – ιδιοκτήτες
Πλήρης ασάφεια προκύπτει για την περίπτωση των αυτοαπασχολούμενων οδηγών, για τους οποίους οι γερμανικές αρχές ορίζουν ότι αυτοί δεν χρειάζεται μεν να έχουν έγγραφα, αλλά θα πρέπει να αποδεικνύουν τις αμοιβές που λαμβάνουν και ότι αυτές προέρχονται από διαφορετικούς εργοδότες ή ότι τα έσοδα από ένα εργοδότη δεν μπορεί να είναι παραπάνω από τα 5/6 των συνολικών τους εσόδων, χωρίς όμως να προσδιορίζεται χρονικό πλαίσιο. Οι ιδιοκτήτες – οδηγοί θα πρέπει να οδηγούν αποκλειστικά το δικό τους φορτηγό και – το εξωφρενικό – θα είναι οι γερμανικές αρχές αυτές που θα διαπιστώνουν αν το όχημα ανήκει στον οδηγό. Αυτό το μέτρο, σίγουρα χρήζει παραπέρα διευκρινήσεων ή αλλαγών, γιατί σε μια μεταφορική μπορεί να υπάρχουν τρεις για παράδειγμα ιδιοκτήτες φορτηγών οι οποίοι όμως, ανάλογα με τις συνθήκες της δουλειάς, εναλλάσσονται στο τιμόνι των φορτηγών.
Σίγουρα υπάρχουν κενά στη γερμανική απόφαση, τουλάχιστον με τη μέχρι τώρα πληροφόρηση που έχουμε, αλλά σίγουρα, θα υπάρξουν σοβαρές αντιδράσεις ή ακόμα και προσφυγές στα κοινοτικά δικαστήρια για τη νομιμότητα της γερμανικής αυτής διάταξης. Σε κάθε περίπτωση, το όλο θέμα θα το παρακολουθήσουμε και θα πάρουμε πρόσθετη επίσημη ενημέρωση με την οποία θα επανέλθουμε και στο επόμενο τεύχος, γιατί είναι πρόωρο να προβούμε σε σχόλια και κριτική και, κυρίως κατά πόσο θα είναι εφαρμόσιμο το παραπάνω «γερμανικό μέτρο», καθώς μια πρώτη εκτίμηση είναι ότι θα στρέψει τους εργοδότες σε κάθε λογής «μαγειρέματα» προκειμένου να καλύπτουν τη γερμανική απαίτηση, αλλά οι ίδιοι να μην επιβαρύνονται.
Με ελληνικό μισθό
Βέβαια, το γερμανικό νομοθέτημα – εφόσον είναι σύμφωνο με το κοινοτικό δίκαιο – σίγουρα θα επεκταθεί και σε άλλες χώρες, όπως είναι η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ιταλία που επίσης κατακλύζονται από τα φθηνά φορτηγά της Κεντροανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων.
Έτσι και η ελληνική κυβέρνηση θα έχει κάθε λόγο να εξετάσει την εφαρμογή του μέτρου και εντός της Ελλάδας προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο ανταγωνισμός των οδηγών και των φορτηγών με πινακίδες Βουλγαρίας και Ρουμανίας που κατά εκατοντάδες κυκλοφορούν εντός Ελλάδας και – ανεξέλεγκτα – φορτώνουν – ξεφορτώνουν εντός της χώρας .
Επομένως, ας μη βιαστούμε να «δαιμονοποιήσουμε» τη γερμανική πρωτοβουλία, μη τυχόν και εμείς ακολουθήσουμε το παράδειγμά της.