Πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, θεσπίζοντας και διατηρώντας σε ισχύ νομοθεσία που επιτρέπει την πώληση αφορολόγητων πετρελαιοειδών προϊόντων από τα πρατήρια της «Καταστήματα Αφορολόγητων Ειδών AE» τα οποία βρίσκονται στους μεθοριακούς σταθμούς Κήπων Έβρου (Ελλάδα), Κακαβιάς (Ελλάδα) και Ευζώνων (Ελλάδα), ήτοι σε περιοχές που συνορεύουν με τρίτες χώρες –συγκεκριμένα, με τη Δημοκρατία της Τουρκίας, τη Δημοκρατία της Αλβανίας και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, αντιστοίχως–, παρέβη τις υποχρεώσεις τις οποίες ορίζει η οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης.
Η απόφαση αυτή του ευρωπαϊκού δικαστηρίου αποκτά τεράστια σημασία για τους Έλληνες αυτοκινητιστές και τις μεταφορικές εταιρείες λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού που δέχονταν από τα φορτηγά των γειτονικών χωρών, τα οποία βγαίνοντας από τη χώρα μας είχαν εξασφαλισμένο καύσιμο χαμηλής τιμής.
Σημειώνουμε, ότι στα συνοριακά αυτά πρατήρια, οι πολίτες τρίτων χωρών μπορούν να προμηθευτούν αφορολόγητα καύσιμα για τον ανεφοδιασμό των ταξινομημένων σε τρίτες χώρες οχημάτων τους, προτού εγκαταλείψουν το έδαφος της Ε.Ε. διερχόμενοι τα χερσαία σύνορα. Το περίεργο, σύμφωνα με το ιστορικό της απόφασης ήταν η εμμονή των ελληνικών κυβερνήσεων να υποστηρίζουν σθεναρά το καθεστώς αυτό των ΚΑΕ όπως προκύπτει από τις απαντήσεις στις προειδοποιητικές επιστολές της Ε.Ε.
Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συγκέντρωσε πληροφορίες σχετικά με την πώληση αφορολόγητων πετρελαιοειδών προϊόντων από τα πρατήρια της ΚΑΕ τα οποία βρίσκονται στους μεθοριακούς σταθμούς Κήπων Έβρου, Κακαβιάς και Ευζώνων. Θεωρώντας ότι η ισχύουσα εθνική νομοθεσία ενδέχεται να αντιβαίνει στην οδηγία 2008/118, η Επιτροπή κάλεσε την Ελληνική Δημοκρατία να της παράσχει διευκρινίσεις.
Με επιστολή της το 2011, η Ελληνική Δημοκρατία απάντησε ότι τα συγκεκριμένα πρατήρια, όπου εφοδιάζονται με καύσιμα οχήματα από τρίτες χώρες τα οποία κατευθύνονται προς τις χώρες αυτές, λειτουργούν ως φορολογική αποθήκη και πραγματοποιούν, κατ’ εφαρμογήν απλουστευμένης διαδικασίας, εξαγωγή πετρελαιοειδών προϊόντων, με συνέπεια ο ειδικός φόρος κατανάλωσης να μην καθίσταται απαιτητός.
Ωστόσο, η Επιτροπή έκρινε ότι ο φόρος γίνεται απαιτητός τη στιγμή του φουλαρίσματος του αυτοκινήτου και όχι στο χρόνο και στον τόπο που το όχημα καταναλώνει το καύσιμο. Με δύο λόγια, το καύσιμο των ΚΑΕ παύει να θεωρείται ότι τελεί υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου από τη στιγμή που περνάει στο ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου.
Με αυτό το σκεπτικό αντικρούεται το επιχείρημα της ελληνικής πλευράς σύμφωνα με την οποία η πώληση πετρελαιοειδών προϊόντων από την ΚΑΕ εντός των πρατηρίων στους μεθοριακούς σταθμούς των Κήπων Έβρου, της Κακαβιάς και των Ευζώνων δεν συνεπάγεται ότι καθίσταται απαιτητός ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, εφόσον τα καύσιμα, άπαξ και εξέλθουν από το καθεστώς αναστολής, τίθενται αμέσως υπό «τελωνειακό καθεστώς εξαγωγής» μέσω μιας «απλουστευμένης διαδικασίας».
Καταλήγοντας το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αναφέρει ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός τη στιγμή του φουλαρίσματος και ως εκ τούτου η ελληνική νομοθεσία, η οποία επιτρέπει την προμήθεια των εν λόγω προϊόντων χωρίς επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης, είναι αντίθετη προς την οδηγία 2008/18/ΕΚ και καλεί την ελληνική κυβέρνηση να συμμορφωθεί άμεσα.